Thursday 25 December 2008

Παράξενοι... σκοτεινοί καιροί...

Darkness over Eden (Kabir Bakie, Ohio, May 2004)

Σε παράξενους καιρούς ζούμε... Από τη μια η κοινωνική αναταραχή (ή... εξέγερση, όπως αυτόκλητα βαφτίστηκε από κάποιους... Χρήση των λέξεων για εντυπωσιασμό από αυτόκλητους νονούς, που εκμεταλλεύονται τα νεανικά όνειρα για να παρατείνουν τη γερασμένη ζωή τους και τα μουχλιασμένα ιδανικά τους) και η δυσμενής οικονομική κατάσταση και, από την άλλη, τα καθιερωμένα Χριστουγεννιάτικα μηνύματα πίστης και αγάπης από θρησκευτικούς και πολιτικούς ταγούς: "Ανέτειλεν η μεγάλη και αγία ημέρα των Χριστουγέννων, η μητρόπολις, δηλ. η μήτηρ και ρίζα όλων των εορτών, και μας συγκαλεί όλους εις πνευματικήν ανάτασιν και συνάντησιν μετά του νηπιάζοντος δι’ ημάς Παλαιού των Ημερών...", "Εκείνη τή φωταγωγημένη μέ τρόπο μοναδικό νύχτα, όταν τό άστρο της Ανατολής υπέδειξε τόν τόπο όπου γεννήθηκε η ελπίδα καί πήρε μορφή η παρηγοριά των ανθρώπων, μέχρι σήμερα, τό σκοτάδι συνεχίζει, δυστυχώς, τήν αέναη προσπάθεια νά καταπιεί τό φώς. Όμως τό Φώς νίκησε καί θά νικά πάντοτε" ... αλλά ακόμα βρισκόμαστε στο σκοτάδι... Ξερά λόγια, ξερά καίγονται... Ίδια και απαράλλαχτα κάθε χρόνο...

Αλλά γιατί θα πρέπει να φοβόμαστε το σκοτάδι; Γιατί μας έμαθαν να το φοβόμαστε και να το αποκηρύσσουμε μετά βδελυγμίας...; Ίσως γιατί μόνο στο σκοτάδι, στην απόλυτη σιωπή (...στο κουκούλι...), θα μπορέσουμε απερίσπαστα (και αναπόφευκτα...) να κοιτάξουμε μέσα μας, να σκεφτούμε, να στοχαστούμε έννοιες, λέξεις, πράξεις, που για τα "φώτα της πόλης" είναι αιρετικές, αλλά που ίσως αποτελούν τη μόνη διέξοδο και "φως" στους παράξενους και σκοτεινούς καιρούς που ζούμε...

Η έλευση του νέου χρόνου δε σημαίνει τίποτα, εάν ξαναγυρίσουμε σε αυτά που κάναμε πριν, εάν δε συνειδητοποιήσουμε ότι έχουμε αλλάξει… Μονάχα το κυνήγι της ζωής, όχι του χρόνου, θα μεταμορφώσει (στο κουκούλι...στο σκοτάδι...) την προνύμφη σε χρυσαλίδα και πεταλούδα με κρυστάλλινα φτερά…

Ολόθερμες ευχές για σωματική και πνευματική υγεία, εσωτερική μεταμόρφωση και αγάπη στη ζωή σας!

Thursday 11 December 2008

Περί δαιμόνων και αμφισημίας της δαιμονικής φύσης στην Αιγυπτιακή μαγεία


Questi è Nembròtto per lo cui mal coto
pur un linguaggio nel mondo non s'usa
(Dante, Inferno, XXXI 78-79)

Η πίστη στην ύπαρξη και πολύπλευρη δράση των δαιμόνων διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων των αρχαίων κοινωνιών, τόσο στο πρακτικό επίπεδο (θρησκευτική τελετουργία, ιδιωτική λατρεία και μαγεία), όσο και στα θεολογικά, κοσμογονικά και φιλοσοφικά τους συστήματα. Σε αντίθεση, ωστόσο, με την αρχαία Ελλάδα, όπου οι δαίμονες απέκτησαν γρήγορα αυτόνομη οντότητα με ξεκάθαρα χαρακτηριστικά, στην Αιγυπτιακή παράδοση υπάρχει μεγάλη αμφισημία στην ονοματοποιία και τα χαρακτηριστικά της δαιμονικής φύσης (Kousoulis 2009· Kurth 2003· Meeks 2001· Te Velde 1975).
Η αμφισημία αυτή προέρχεται κυρίως από την απουσία της λέξης δαίμονας στην Αιγυπτιακή γλώσσα και γραμματεία και, κατά συνέπεια, από την αδυναμία συγκρότησης αυστηρώς οροθετημένων και παγιωμένων—στον τόπο και το χρόνο—δαιμονικών υποστάσεων. Παλαιότερες θεωρητικές κατηγοριοποιήσεις και χαρακτηρισμοί των δαιμόνων, ως αντιπροσώπων του χάους και ως όντων εκτός ύπαρξης, διαφορετικών από τα πλάσματα της δημιουργίας και τους θεούς, ή υποδεέστερων θεϊκών οντοτήτων στην υπηρεσία του δημιουργού θεού, μεσαζόντων μεταξύ θεών και ανθρώπων και διαφορετικών από τις αγαθοεργείς προστάτιδες θεότητες, αντανακλούν μόνο εν μέρει τη δαιδαλώδη υφή της Αιγυπτιακής δαιμονολογίας και δεν θα πρέπει να λειτουργούν ως ad hoc ερμηνείες της (Meeks 1971).
Η θεολογική σκέψη των αρχαίων Αιγυπτίων συνέλαβε και οργάνωσε τον κόσμο των θεών σύμφωνα με τις λειτουργίες και εκδηλώσεις της ανθρώπινης ύπαρξης και τις συνισταμένες του κοινωνικού γίγνεσθαι: οι θεοί όχι μόνο διέτρεχαν όλα τα στάδια της ανθρώπινης εξέλιξης—γέννηση, ζωή, θάνατος—αλλά εκδήλωναν αισθήματα και συμπεριφορές σύμφωνες με την ανθρώπινη φύση και κοινωνική οργάνωση. Οι δαίμονες ταυτίστηκαν πολύ γρήγορα με τις κατώτερες τάξεις της Αιγυπτιακής κοινωνίας, όπως επίσης με αλλοεθνείς που επιβουλεύονταν την ανεξαρτησία και ευημερία της. Για την άμυνα και περιφρούρηση της κοινωνικής συνοχής και κοσμικής τάξης έναντι των πολυδιάστατων εχθρικών δαιμονικών ομάδων, οι Αιγύπτιοι συνέταξαν τις ιδιαίτερες τελετές εξορκισμού και αποτρεπτικές επωδές, που αποτέλεσαν τον ακρογωνιαίο λίθο της Αιγυπτιακής μαγικής παράδοσης.
Εντούτοις, η ιδέα των δαιμόνων ως αρνητικών αντιγράφων των θεϊκών οντοτήτων δεν λειτούργησε ποτέ ως σημείο αναφοράς στο μαγικοθρησκευτικό σύστημα των Αιγυπτίων, παρά τις όποιες αρχέγονες ετερώνυμες ιδιότητες του δίπολου μάατ («τάξη, αρμονία, ηθική») – ίσφετ («κακό, αταξία, ανηθικότητα») (Assmann 1990). Υπήρχαν αρκετοί όροι για το «καλό» (ίκερ, μάα, μένεκχ, νέφερ) και το «κακό» (μπιν, ντζου, ιάου) στην Αιγυπτιακή γλώσσα, όχι όμως ως διαμετρικά αντίθετες και συγκρουόμενες έννοιες—κατά το πρότυπο των αντικρουόμενων δυνάμεων καλού/κακού της Χριστιανικής παράδοσης—αλλά ως αλληλοσυμπληρούμενες εν δυνάμει συνιστώσες της ζωής και του κόσμου. Η Αιγυπτιακή δαιμονολογία βρίθει από περιπτώσεις δαιμονικών οντοτήτων που εμπεριείχαν εξίσου θετικές και αρνητικές ιδιότητες ή που μεταλλάχθηκαν από δαίμονες σε θεότητες και vice versa (Kousoulis 2009). Για παράδειγμα, η θεότητα Ταουρέτ που είχε τη μορφή ιπποπόταμου, ήταν ένα άσημο δαιμονικό ον με ιδιαίτερα αποτρεπτικά χαρακτηριστικά και ιδιότητες στην εικονογραφία των μαγικών ράβδων του Μέσου Βασιλείου (περ. 2040-1674 π.Χ.), αλλά βαπτίστηκε και μεταλλάχθηκε σε ανεξάρτητη θεότητα κατά το Νέο Βασίλειο (περ. 1552-1069 π.Χ.), αποκτώντας δικό της λατρευτικό κέντρο και πιστούς. Το ίδιο συνέβη με τον λεοντοκέφαλο νάνο Μπες, ο οποίος ξεκίνησε ως αγαθοδαίμονας για να μετεξελιχθεί σε πολύ σημαντική θεότητα, προστάτιδα των εγκύων και των νεογνών, κατά την Ύστερη και Ελληνορωμαϊκή Περίοδο (1η χιλιετία π.Χ.). Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν περιπτώσεις γνωστών εκπροσώπων του Αιγυπτιακού πανθέου στο χαρακτήρα των οποίων συνυπάρχουν θεϊκά και δαιμονικά χαρακτηριστικά. Τέτοιοι είναι, για παράδειγμα, οι πολύ γνωστοί θεοί Χνουμ, Ρα και Ώρος, οι οποίοι εμφανίζουν ιδιαίτερα κακόβουλες συμπεριφορές σε αρκετούς μαγικούς παπύρους (π.χ. στον πάπυρο του Leiden I 346).
Η πλειονότητα, ωστόσο, των δαιμόνων δε συνδέθηκε με συγκεκριμένα θρησκευτικά κέντρα, ούτε απολάμβανε λατρείες και προσφορές. Ήταν συνήθως όντα εξαρτημένα από κάποια θεότητα και λειτουργούσαν υπό τις εντολές της. Ο ρόλος τους ήταν προστατευτικός ή εκτελεστικός: απέτρεπαν ο,τιδήποτε απειλούσε την ασφάλεια και ακεραιότητα των προστατευόμενών τους και τιμωρούσαν όσους παρέβαιναν τους νόμους και επιταγές της θεϊκής τάξης (Cauville 1990). Συγκροτούνταν σε επταμελείς ομάδες με ξεχωριστά ονόματα και ιδιότητες: κχάτιου («πολεμιστές»), χάμπιου («απεσταλμένοι»), ουέπ-ουέτιου («πληροφοριοδότες»), σεμάιου («περιπλανώμενοι»), ή φέροντας το γενικότερο τίτλο σέσερου («βέλη»). Οι σέσερου τελούσαν υπό τις εντολές της θεάς Σεκχμέτ και επιστρατεύονταν τόσο κατά θεών, όσο και κατά ανθρώπων. Τιμωρούσαν τους αμαρτωλούς ή όσους έμπαιναν εμπόδιο στα σχέδιά τους προκαλώντας θανατηφόρες ασθένειες και καταστροφές. Για προστασία από τη δράση αυτών των δαιμονικών ορδών, οι Αιγύπτιοι μάγοι και θεραπευτές έφτιαχναν φυλαχτά από φύλλα παπύρου, τα οποία έφεραν αποτρεπτικές επωδές και βινιέτες (εικονογραφικά μοτίβα), και τα κρεμούσαν στο λαιμό του πάσχοντα.
Μία άλλη ομάδα δαιμόνων ήταν επιφορτισμένη με τη φύλαξη των πυλών του Άλλου Κόσμου (Ντουάτ), την τιμωρία των καταδικασμένων στην ανυπαρξία αμαρτωλών-νεκρών και την προστασία του θεού Όσιρι (Hornung 1968). Η λέξη Ντουάτ σημαίνει λυκαυγές και περιγράφει ένα μυθογραφικό περιβάλλον, στο οποίο ο νεκρός είχε τη δυνατότητα ανυπέρβλητης προσωπικής εξέλιξης και μεταμόρφωσης σε ευλογημένο πνεύμα (σακχ) με την αρωγή του ηλιακού θεού (Κουσούλης 2004). Η μετάπλαση του νεκρού γινόταν μέσα από το επίπονο και μακρύ ταξίδι του στους μυστικούς και σκοτεινούς τόπους του, όπου η γνώση των ονομάτων των δαιμονικών φρουρών ήταν ζωτικής σημασίας για την ασφαλή διέλευσή του. Όσοι νεκροί δεν κατάφεραν, εξαιτίας των κριμάτων τους, να περάσουν τη ψυχοστασία και την αρνητική εξομολόγηση ενώπιον του Όσιρι και των 42 αγαθοδαιμόνων/δικαστών, καταδικάζονταν στην αιώνια ανυπαρξία και βασανίζονταν από τους δαίμονες-τιμωρούς του θεού.
Οι αμαρτωλοί νεκροί ονομάζονταν μουτ και μαζί με άλλες δαιμονικές οντότητες πρωταγωνιστούσαν σε επιθέσεις στους ζωντανούς, είτε με τη μορφή θανατηφόρων επιδημιών και προσβολών της ψυχοσωματικής υπόστασής τους, όπως μαρτυρούν σχετικές αναφορές στους ιατρικούς παπύρους, είτε με την αποστολή κακόβουλων ονείρων και εφιαλτών (Kousoulis 2007). Οι επιθέσεις στόχευαν σε συγκεκριμένα εσωτερικά όργανα και μέλη του ανθρωπίνου σώματος και τα αποτελέσματά τους μορφοποιούνταν ως συμπτώματα επικίνδυνων ασθενειών.
Εκείνο που χαρακτήριζε ιδιαίτερα τις δαιμονικές οντότητες ήταν η ποικιλία των ονομάτων, επιθέτων και μορφοποιήσεών τους. Ο οφιοειδής δαίμονας Άποφις, για παράδειγμα, είχε δύο υποστάσεις (όφεως και θαλάσσιας χελώνας) και πάνω από 130 ονόματα και επίθετα, εκ των οποίων μόνο τα 29 μνημονεύονταν κατά τη διάρκεια της τελετής εξόντωσής του, όπως αυτή έχει καταγραφεί στον πάπυρο του Bremner-Rhind (Kousoulis 1999, forhcoming). Το αξιοσημείωτο είναι, ότι αρκετά από τα δαιμονικά αυτά ονόματα δεν είχαν αυτόνομη σημασιολογική υπόσταση έξω από το εξειδικευμένο τελετουργικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσονταν. Επινοούνταν για να υπηρετήσουν καθορισμένους τελετουργικούς σκοπούς—εξόντωσης/εξορκισμού ή υποταγής/ελέγχου του δαίμονα στη θέληση και τους σκοπούς του ιερουργού—μέσα από την ιδιαίτερη συσχέτισή τους με ήχους, φόρμουλες και εκφράσεις του μαγικού λόγου. Λογοτεχνικοί μηχανισμοί, όπως η παρονομασία, παρήχηση και ομοφωνία, ή λογοπαίγνια ως προς τη συμβολική/αλληγορική συσχέτιση δαιμονικού ονόματος και μορφολογικών χαρακτηριστικών, αποτελούσαν σημαντικά όπλα στη φαρέτρα του μάγου/ιερουργού στη μάχη του κατά των δαιμόνων.
Τα δύο παραδείγματα που ακολουθούν θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τη σημασία της τεχνητής/μαγικής δημιουργίας και του ελέγχου δαιμονικών οντοτήτων μέσα από τον ειδικό χειρισμό του μαγικού λόγου. Αποτελούν μέρος των μαγικών επωδών κατά του Άποφι από τις επιγραφές στον Πτολεμαϊκό ναό του Ώρου στο Εντφού (Νότια Αίγυπτος):
  • «Σε υμνώ (χένου), ω θεά της χαράς, θεά της υμνωδίας (χένου)! Ο όφις-χέντι εξοντώνεται (χέντ) με το τελετουργικό μαχαίρι!»
Η εκτεταμένη χρήση του ήχου χ μέσα από ομόηχες λέξεις οδηγεί στη δημιουργία του δαιμονικού ονόματος χέντι.
  • «Ο όφις ερ-ντζάφ καίγεται! Ο όφις σεφ-τσέχ δεν υπάρχει πια, επειδή αποκόπηκαν (σέφετς) τα μάτια του!»
Η επινόηση του δαιμονικού οφιοειδούς δαίμονα σεφ-τσέχ και η ταυτόχρονη καταστροφή του προκαλούνται μέσα από την παρήχησή του με το ρήμα σέφετς. Σε άλλες, πάλι, περιπτώσεις ο μαγικός λόγος—ως ήχος ή εικόνα (βινιέτα ή τοιχογραφία)—μπορούσε να δημιουργήσει αμφισημία ως προς τη σχέση του δαιμονικού ονόματος με τις αντίστοιχες ιδιότητές του. Έτσι, δαιμονικά ονόματα όπως τα ουέντι, χεμ-χέμτι και ουέμπερ, που είχαν ταυτιστεί με την αρνητική υπόσταση του Άποφι, παρουσιάζονται σε άλλα κείμενα (π.χ. στη Βίβλο των Νεκρών) να εμφορούνται από θετικές ιδιότητες και να λειτουργούν ως αγαθοδαίμονες και προστάτες των ευλογημένων νεκρών.
Συνοψίζοντας, δύο στοιχεία πρέπει να επισημανθούν. Το πρώτο αφορά στη δύναμη της τελετουργικής διαδικασίας, η οποία μέσα από τη χρήση ιδιαίτερων μηχανισμών δημιουργούσε και, ταυτόχρονα, έλεγχε δαιμονικά ονόματα και υποστάσεις, εφόσον, σύμφωνα με την Αιγυπτιακή κοσμοθεωρία, το όνομα περιέκλειε όλα τα» χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες του όντος. «Σε γνωρίζω, γιατί γνωρίζω το όνομά σου», όπως πολύ χαρακτηριστικά αναγράφεται στην επωδή 407 των Κειμένων των Σαρκοφάγων. Το δεύτερο στοιχείο, το οποίο ουσιαστικά συνάδει με το πρώτο, αφορά στην ανυπαρξία διακριτών κατηγοριών μεταξύ θεών (νετσερού), δαιμόνων και πνευμάτων (μπάου, κάου ή άκχου). Οι οντότητες αυτές αποτελούσαν απλώς εκδηλώσεις του άυλου, υπερφυσικού κόσμου—μορφοποιούμενες κατά βούληση από τον ανθρώπινο νου—αλλά και σημεία επικοινωνίας με τους ανθρώπους, επιθυμητά ή ανεπιθύμητα, αλλά, κυρίως, ανερμάτιστα.
Αναφορές:
Assmann, J. (1990), Maat. Gerechtigkeit und Unsterblichkeit im alten Ägypten, Munich.
Cauville, S. (1990), "À propos des 77 génies de Pharbaithos", Bulletin de l’Institut français d’archéologie orientale 90, 115-33.
Hornung, E. (1968), Altägyptische Höllenvorstellungen, Berlin.
Kousoulis, P. (forthcoming), Apophis: A Study of his Nature and Ritual Execution, Leuven.
Kousoulis, P. (2009), Ancient Egyptian Demonology: Studies on the Boundaries between the Demonic and the Divine in Egyptian Magic, Leuven.
Kousoulis, P. (2007), "Dead entities in living bodies: the demonic influence of the dead in the medical texts", στο J.-C. Goyon και Ch. Carden (επιμ.), Actes du IXe Congrès International des Egyptologues, 6-12 September 2004, Grenoble, France, Leuven.
Κουσούλης, Π.Η.Μ. (2004), Προς Αναζήτηση της Αιώνιας Ζωής. Θάνατος και Ταρίχευση στην Αρχαία Αίγυπτο, Θεσσαλονίκη.
Kousoulis, P. (1999), Magic and Religion as performative Theological Unity. The Apotropaic Ritual of Overthrowing Apophis, PhD dissertation, University of Liverpool, Liverpool
Kurth, D. (2003), "Suum Cuique. Zum Verhältnis von Dämonen und Göttern im alten Ägypten", στο A. Lange, H. Lichtenberger και K.F. Diethard Römheld (eds.), Die Dämonen/Demons, Tübingen, 45-60.
Meeks, D. (2001), "Demons", στο D. Redford (επιμ.), The Oxford Encyclopedia of Ancient Egypt, τ. 1, Oxford, 375-8.
Meeks, D. (1971), "Génies, Anges, Démons en Égypte", στο P. Garelli (επιμ.), Génies, Anges et Démons, Paris, 19-84.
Τe Velde, Η. (1975), "Dämonen", Lexikon der Ägyptologie I, 980-4.

My story so far...


I was born and raised in Athens escaping quite often to my father’s hometown, Elika (pt m t3 "heaven on earth"), in South Peloponnese. I graduated from the National and Capodistrian University of Athens with a B.A. in Archaeology and History of Art, which provided me with the opportunity to pursue postgraduate studies abroad on the much neglected–in Greece–discipline of Egyptology. I spent six of my best years in England that affected me greatly, both personally and academically. I gained my doctorate in Egyptology from the School of Archaeology, Classics and Egyptology of the University of Liverpool in 2000, and then I received a post-doctoral fellowship from the Greek State Scholarship's Foundation. Since 2003, I am holding the first Egyptological position in Greek academia at the Department of Mediterranean Studies of the University of the Aegean (Rhodes), teaching Egyptology (archaeology, history, society, language and literature) and Near Eastern archaeology. I believe that the historical island of Rhodes, situated at the crossroads of two major sea routes of the Mediterranean between the Aegean Sea and the coast of Middle East and Egypt, is the ideal place for Egyptology to blossom. This is my intention and dream...
This blog is about Egyptology, focusing especially on the social and religious aspects of the Egyptian society, sacred architecture and literature, the Egyptian foreign and diplomatic relations with Greece and southeastern Mediterranean region in the 2nd and 1st millennium BC, Egyptian archaeology and epigraphy... This blog is also about the academy study of magic and the magical tradition from antiquity to modern times (an all time interest of mine!)... You will find posts, in English and Greek, on my current and future research activities and projects, announcements of symposiums, conferences, seminars and lectures in Greece and abroad, research opportunities and useful links for all those with a special interest in Egyptology, archaeology and ancient traditions..."Aegyptus deorum in terras suae religionis merito sola deductio, sanctitatis et pietatis magistra" (Asclepius 25).
Welcome on board!
Panagiotis